ΟΙ
ΤΡΕΙΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΜΟΥ, ΖΩΕΣ.
Α
Ζωές
τρείς, ήταν που είχαν, νόημα απλούστερο.
Στη
μιά απ'αυτές, πάτερ-φαμίλιας ήμουν,
σ'απλό
πλανήτη, και αγνό, χωρίς πολλούς οχτρούς
του.
Δουλειά
πολύ, παιδιά πολλά,από γυναίκα καρπερή
με
κάλη, μα και μπιστική, παιδιά κι' εμέ
σεβόταν
Σοδειές
περίσσιες άφθονες , και για φτωχούς
ελέη!
Αυτουπεύθυνη
ζωή, στο μέτρο του αγρότη.
Την
φύση αγάπαγα πολύ, φαμίλια μου , παιδιά
μου
Αγιάτρευτα
αισιόδοξος , κ 'ευτυχισμένος ήμουν.
Β
Στη
δεύτερη μου τη ζωή, μοναχικός συνθέτης!
Τιμές
πολλές, τίτλοι, γιορτές, ηχώ τα παλαμάκια
Αγάπησαν
τραγούδια μου, κι' αγάπη μου για όλους
Ορίζοντες
ανοίξανε, τα μαθηματικά μου.
Νέες
μορφές ενέργειας , η φυσική μου, βρήκε.
Περήφανος,
μα κι' έκπληκτος, απ' τά ευρήματά μου!
Την
σιωπή αγάπησα, τον ουρανό και τ' άστρα
Αγιάτρευτα
απρόβλεπτος , κ 'ευτυχισμένος ήμουν.
Γ
Στην
τρίτη μ' όμως την ζωή, υπήρξ' άσημος πολύ
σ'
ένα πλανήτη μακρυνό, παληό και ξεχασμένο.
Ταξίδευα
αχόρταγα, στην όμορφή του πλάση.
Ταξιδευα
με ταιρι μου, μιαν όμορφη κοπέλα.
παιδια
δεν καναμε ποτε, λόγο των ταξιδιών μας.
Τοπία
που μ'ομόρφαιναν, ξανάνοιωνα μ'αγνώστους.
Μαζί
στον ήλιο αγναντι μας, της θάλασσας το
κύμμα.
Μας
χάιδευε ο άνεμος, μας στήριζαν τ' αστέρια.
Λεφτά
πολλά εχάριζα, ποτέ μου δεν μου λείψαν
τα
χρήματα τα έβρισκα, από κληρονομιά μου
Κι
όλο τις επαλήθευα, γνώμες μου για τον
κόσμο.
Σιωπηλος
προσευχητής, πλανητικού τοπίου.
Οι
σύντροφοί μας τα βουνά, οι ωκεανοί μας
φίλοι.
Κι
ο εαυτός μας ήτανε, τα πλήθη των ανθρώπων.
Δ.
Μα
πριν τις τρείς μου αυτές ζωές, είχα και
μιά τετάρτη.
Σ'
ένα πλανήτη τραγικό, π' οχτρούς πολλούς
τους είχε.
Και
την φαμίλια μου νωρίς, την χαλασαν και
εκείνη.
Την
τέχνη μου την κράτησαν , με άγνοια στην
άφάνεια.
Την
επιστήμη μου, κι' αυτήν, με άγνοια στην
άφάνεια.
Ολιγαρχία
μυστική , τους πάντες τυραννούσε.
Για
τα ταξίδια μου ποτέ, χρήματα δεν βρεθήκαν.
Απατηλά
νομίζανε, ελεύθεροι πως ήταν
οι
πιό πολλοί, στον κόσμο αυτόν, μα η αλήθεια,
άλλη!
Αφυπνισμένοι
ήτανε, πολλοί σαν και εμένα
και
ζούσαν στην αφάνεια, προσεκτικά μιλώντας
κρατώντας
την αλήθεια τους , μεσα βαθειά να λάμπη!
Ευχάριστη
δεν ήταν , αυτή η μικρή ζωή μου.
Μα
οι φίλοι μου οι μακρινοί, σε γαλαξίες
άλλους
φίλοι
καλοί, πολιτισμών ελεύθερων , μεγάλων
μου
εμηνούσανε συχνά πως την ζωή μου εκεινη
την
εζηλεύανε πολύ, στο μέτωπο που ήταν
ενός
πολέμου κοσμικού, φωτός με το σκοτάδι.
Που
θα καθόριζε ξανά, σ' ολο τον γαλαξία
το
πόσοι θα 'ταν λεύτεροι και πόσοι
σκλαβωμένοι.
Κι
αν ο πλανήτης μου αυτός , στους σκλαβωμένους
θάταν
η
ζυγαριά θα εκλίνε, σ' όλο τον γαλαξία
για
την σκλαβιά το πιό πολύ, μ' αντί ελευθερία
Ζωές
πολλές δεν εζησα, σε εκείνο τον πλανήτη.
Μα
ξέρω βεβαια μετά , πως λευτεριά επήλθε.
Φίλοι
το λέω , τ εννοώ , πως μες στο σύμπαν τούτο
το
πνεύμα μες στον άνθρωπο, του κόσμου
είναι μέτρο!